Η τραγωδία του Μύρτου (δράμα με παρά και κουμπαρά)

Το μικρό αυτό μονόπρακτο παίχτηκε από τους μαθητές του Βαλλιανείου Γενικού Κεραμειών στη χριστουγεννιάτικη γιορτή του 2017, με τη φροντίδα του φιλολόγου Θανάση Κεφάλα και της αφεντιάς μου.



ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ

Μαριάντζελα Λεβέντη: Χήρα μεγαλοϊδιοκτήτη μπουτίκ ψαριών: ΡΟΖΑ ΛΙΝΑΡΔΑΤΟΥ
Φάνης Λεβέντης: Ο αδικοχαμένος ψαρέμπορας: ΜΑΡΙΟΣ ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ
Σίσσυ Λεβέντη, νεανίζουσα σπορτίφ θεία, ΕΥΘΥΜΙΑ ΓΑΒΡΙΕΛΑΤΟΥ

Η Μαριάντζελα στο γραφείο της. Έχει πολλή δουλειά, μελετάει χαρτιά, χτυπάει σταθερό, χτυπάει κινητό, μιλάει στο σκάιπ.

ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μάλιστα, μάλιστα! Of course! Μα τι λέτε καλέ; Οι μαρίδες μας είναι οι καλύτερες παγκοσμίως. Ωρεβουάρ. (σηκώνει το τηλέφωνο), Μάλιστα, μάλιστα, πώς το είπατε το διαφημιστικό; «Η δική μας η μαρίδα δεν είναι μισή μερίδα, είναι viral είναι trendy η μαρίδα του Λεβέντη». Ωραίο ακούγεται… Μια διόρθωση παρακαλώ… Η μαρίδα ΤΗΣ Λεβέντη… Ναι… ευχαριστώ, ευχαριστώ, να είστε καλά…. Ναι… προχθές είχαμε τα σαράντα… Μην ανησυχείτε. Η εταιρεία είναι σε ασφαλή χέρια! Καλημέρα σας! (σηκώνει το κινητό). Ναι, ναι… ποια θα διαφημίσει τη μαρίδα είπατε; … Κύριε, εδώ είμαστε σοβαρή εταιρία. Δεν παίζουμε με τη φήμη μας… Αυτή η μοντέλα είναι εξώλης και προώλης! Ήμαρτον! (κλείνει νευριασμένη και σιγοτραγουδάει για να μη βρίσει)… «Είναι viral είναι trendy η μαρίδα της Λεβέντη»…. Ε, όχι!!!  Έλεος!! Δεν αντέχω άλλο!!! Δεν αντέχω άλλο! Από το πρωί μέχρι το βράδυ ασχολούμαι με μαρίδες, κουτσομούρες, τσιπούρες! Εγώ, μια Μαριάντζελα Λεβέντη… Τριανταοχτώ μπουτίκ ψαριών «Αριστοφάνης Λεβέντης, LeventisFish” σε όλες τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδος!!! Δεν αντέχω άλλο η κακομοίρα… Αχ, Αριστοφάνη μου, πού πήγες και με παράτησες; Αντί να τρέχω σε κομμωτήρια και σε σπα να διευθύνω την επιχείρησή σου; Έλεος! Πού ξέρω εγώ από μαρίδες, που μόνο καναπεδάκια σολωμού τρώω; Έλεος!


(μπαίνει η θεία, εκκεντρικά ντυμένη)

ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Γεια σου κούκλα μου!!! Τι κάνει η ψαραγορά;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: (Ωχ, ήρθε πάλι η τρελόγρια κι έχω τόση δουλειά! Έλεος!) Θειούλα μου! Καλά είναι η ψαραγορά, σε χαιρετάει. Εσένα τι κάνει η συμμαθήτριά σου η Ακρόπολη;
ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Πάντα με το χιουμοράκι σου! Δεν ξέρω τι κάνει η Ακρόπολη, εγώ πάντως θα πάω για καγιάκ με τις φίλες μου από το ΚΑΠΗ.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μα βρε θεία δεν θυμάσαι την άλλη φορά που πήγες ορειβασία και σας μαζέψανε από τον Όλυμπο τα ελικόπτερα; Δεν σκέφτεσαι τα έξοδα του ελληνικού λαού;
ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Εγώ θα ζήσω τη ζωή μου Μαριάντζελα! Εσύ να δούμε τι θα κάνεις που έμπλεξες με τα ψάρια… Λες και σε καταράστηκε ο συγχωρεμένος! Ψάρι τον έφαγε, ψάρι θα σε φάει και σένα. Καρχαρίας τον έφαγε αυτόν, μαρίδα θα φάει εσένα.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Παίζεις με τον πόνο μου θεία… Αχ, καημένε Αριστοφάνη μου, ένα «χραπ» σε έκανε ο καρχαρίας. Και σου φώναζα εγώ: «Πατώνεις αγάπη μου; Σαν πολύ ξεμάκρυνες!!! Έχει βαθιά νερά ο Μύρτος αγάπη μου, δεν είναι πισίνα! Εσύ, εκεί! Και βλέπω με το κυάλι το φτερό του καρχαρία… Κι αρχίζω να τσιρίζω και να κάνω νοήματα: «Φάνη!!! « «Φάνη!!!» κι εκείνος να νομίζει ότι τον χαιρετάω και να χαιρετάει κι εκείνος, μα να μην μπορούμε ποτέ να συνεννοηθούμε… Έλεος!
ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Καλά και δεν τον είδε εκείνος κοτζάμ καρχαρία;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μπα, ο καρχαρίας τον είδε πρώτος. Ολόκληρος ο Μύρτος του έκανε νοήματα, τίποτα εκείνος! Χαιρετούσε το πλήθος! Βρε αμάν! Τι να κάνει κι αυτός ο καρχαρίας, προκαλούσε και ο Φάνης μου! Να φανταστείς, το μοναδικό πράγμα που μου έφεραν μετά ήταν το κινητό του. Τραβούσε βίντεο για να το ανεβάσει στο ίντερνετ ο ανεπρόκοπος, μού ήθελε και βίντεο και σόσιαλ μίντια!
(Φωνή του Αριστοφάνη, ή ο Αριστοφάνης πετάγεται στη σκηνή και κανείς δεν τον βλέπει)«Ολόκληρος ο Μύρτος με αποθεώνει! Είμαι τιτανοτεράστιος! Γιο! Κόσμε! Δες το Φάνη που είναι μάγκας και αλάνι».
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Φαίνεται κι ο καρχαρίας να έρχεται από πίσω … ναααα κάτι δόντια μετά συγχωρήσεως! Ούτε και τότε είχε πάρει χαμπάρι!
ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Μύρτος! Γιεςςς!! Θα πάω και του χρόνου για να κάνω παραπέντε… Και θα ρίξω από κι ένα χρυσάνθεμο στον τόπο που έφαγε ο καρχαρίας τον Αριστοφάνη μας… Αλλά μέχρι τότε… κοίτα τι σού’χω… (βγάζει από την τσάντα της έναν κουμπαρά)… Κοίτα πόσο σ’ αγαπάει η θεία Σίσσυ!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Τι είναι αυτό θεία μου; Μη μου πεις… μη μου πεις… Ε, όχι! Θεά είσαι, θεία μου! Θεά!
ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Αυτό είναι που νομίζεις! Ο κουμπαράς του μακαρίτη!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μα καλά, πού τον ξετρύπωσες; Ολόκληρο το σπίτι είχα φάει!!!
ΘΕΙΑ ΣΙΣΣΥ: Τον είχε κρύψει στο παιδικό του δωμάτιο το χρυσό μου, μέσα στο κουτί με τα λέγκο του. Τι ρομαντικός που ήταν ο ανηψιός μου…
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Έλεος! Σαδιστής ήταν για να με παιδεύει! Που να φανταστώ ότι έκρυψε τον κουμπαρά μέσα στα σφηνοτουβλάκια! Για να τον ανοίξουμε θεία! Γρήγορα, γρήγορα! Συνέχεια μιλούσε γι’ αυτόν τον κουμπαρά, σαν να είχε μέσα κάτι με τεράστια αξία… (τον περιεργάζεται)
(Ακούγεται η φωνή του Φάνη – ενδεχομένως εμφανίζεται και πάνω στη σκηνή) «Δεν έχουμε ανάγκη εμείς αγάπη μου… Τι κρίση και κουραφέξαλα μου λες; Η μαρίδα είναι το μέλλον. Αλλά κι όλες οι μαρίδες να ψοφήσουν… δεν υπάρχει πιο μεγάλος θησαυρός απ’ αυτόν που κρύβεται εδώ μέσα!»
ΣΙΣΣΥ: Για τη θεία τίποτα δεν έγραψε ο αχάριστος. «Θεία, φέρε μου να πάρω παγωτό…» «Θεία… θα μου πάρεις αυτό το αυτοκινητάκι…» «Θεία… πήρα δεκατρία στη Φυσική, τι θα με κεράσεις;» «Θεία, να τα πούμε;»… «Θεία, τι δώρο μου πήρες;»… Αχαριστία! Αχαριστία! Ξεπενταριάστηκε η θεία, τίποτε δεν της άφησε ο ανηψιός!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Έλεος καλέ θεία… Μην ανησυχείς, αν ισχύουν αυτά που λέει θα έχουμε και για τα γεράματά μας!
ΣΙΣΣΥ: Μπα που να λυσσάξεις! Εσύ θα γεράσεις! Εγώ ποτέ! (Με τα λεφτά θα κάνω πλαστικές)… Δεν βλέπω να ανοίγει…
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: (τον ρίχνει κάτω, τίποτα δε γίνεται)… Χάθηκε ο κόσμος να πάρει ένα γουρουνάκι; Έπρεπε να πάρει μεταλλικό; Έλεος!
ΣΙΣΣΥ: Δεν βρήκα και κανένα κλειδί, έψαξα τα πάντα, λέγκο, πλέιμομπιλ, τρανσφόρμερς, πάουερ ρέιντζερς, μικρό μου πόνυ…
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Είχε μικρό μου πόνυ ο μακαρίτης; Έλεος!
ΣΙΣΣΥ: Δεν είναι εκεί το θέμα μας. Εδώ στο γραφείο κοίταξες;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Αν κοίταξα λέει, όλα τα συρτάρια άνοιξα! Το τι βρήκα, δεν λέγεται! Ό,τι μπορείς να φανταστείς εκτός από το κλειδί. Ληγμένες βιταμίνες, εφημερίδες πριν από δέκα χρόνια, λογαριασμούς που ξεχνούσε να πληρώσει και μας κόβανε το τηλέφωνο, όλα τα παλιά του κινητά, έλεος!
ΣΙΣΣΥ: Καλά, ελπίζω να το βρεις, εγώ βρήκα τον κουμπαρά, κάνε κι εσύ κάτι, αγάπη μου! Άντε, έχω αργήσει για τις πιλάτες… κι είναι ένας γυμναστής εκεί στις πιλάτες… τι να σου πω… Πιλάτος!!!  Φιλάκια!! (φεύγει)
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Στο καλό θεία μου! Καλά να περάσεις!!! (Τώρα στα εξήντα θυμήθηκες κι εσύ να κάνεις τη μπεμπέκα! Έλεος!) Και τώρα οι δυο μας κύριε Φάνη μας… Τι στο καλό έχει εδώ μέσα; (το κουνάει δυνατά)… κουδουνάει πρέπει να έχει… Βρε μπας κι έχει τίποτα χρυσές λίρες; Μακάρι, Παναγίτσα μου… βαρέθηκα τις μαρίδες!!! Δεν με πόνεσε κανείς εμένα! Καρδιά μου καημένη, πώς βαστάς και δε ραγίζεις;;;
(Ο Αριστοφάνης κάθεται δίπλα της, χωρίς εκείνη να τον βλέπει…)
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ:  Μαριαντζελάκι… τι κάνεις ρε ψυχή;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Παναγίτσα μου! Μετά από τόση δουλειά ακούω και φωνές… Έλεος! Είμαι στα πρόθυρα της σχιζοφρένειας! (Στο κοινό): Ακούσατε εσείς τίποτα;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Εγώ είμαι, ρε ψυχή, ο Φάνης σου.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Καλά, εσείς τίποτα δεν ακούτε; […Παύση..] Είμαι τρελή! Ναι… είμαι τρελή!!! Να πάω στον ψυχοθεραπευτή μου… να κάνω γιόγκα… να κάνω διαλογισμό… (αρχίζουν να χτυπάνε τα τηλέφωνα).. Δεν είμαι καλά… δεν είμαι καλά… Έλεος!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Καλά δεν μ’ ακούς ρε κοριτσάκι; Δεν ακούς το Φάνη που είναι μάγκας και αλάνι;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: (στα τηλέφωνα) Σκάστε κι εσείς!  (Τα κλείνει όλα με θυμό) Ο Φάνης είναι.  Η φωνή του. Αυτή είναι η φωνή του. Ή είμαι τρελή… Ή γύρισε να με πάρει μαζί του!!! Έλεος!Μαριάντζελα… Έρχεται η κρίση πανικού… Βαθιές αναπνοές… Φάνη, αγάπη μου, εσύ; (με περιέργεια και τρόμο).
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Ναι ρε Μαριαντζελάκι. Εγώ είμαι… Μα δεν με βλέπεις;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: (κοιτάζει τριγύρω…) Έλεος! Είμαι και τυφλή! (το ξανασκέφτεται…) Ε, δεν θα με βγάλεις και τρελή! Μια χαρά βλέπω, πού να σε δω βρε Φάνη, εσύ είσαι πεθαμένος πουλάκι μου…
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Τι εννοείς;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Δεν θυμάσαι, πού σ’ έφαγε ένας καρχαρίας ανοιχτά του Μύρτου;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Πλάκα μας κάνεις. Ποιος καρχαρίας;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: (κατ’ ιδίαν) Ε, καλά… ακόμα δεν το ‘χει πάρει χαμπάρι… τέρας ευφυίας… Δεν θα συνεννοηθούμε σήμερα…  Φάνη μου, προχθές σου κάναμε τα σαράντα… δεν βλέπω και πού είσαι… Ξέρεις πόσα έδωσα στον πεθαμενατζή; Μούρλια μνημόσυνο σου έκανα; Τι, τζάμπα τα έκανα όλα αυτά;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Πλάκα έχεις! Σιγά μην είμαι πεθαμένος! Αφού εδώ είμαι, κάθε μέρα έρχομαι στη δουλειά!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μπα, έχουνε και στον άλλο κόσμο μπουτίκ ψαριών; Και τι πουλάς, μαρίδες στον Άγιο Πέτρο;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Με δουλεύεις Μαριαντζελάκι! Εγώ μια χαρά είμαι!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Δεν το βλέπω αυτό. Τίποτα δεν βλέπω δηλαδή… Αφού είσαι ζωντανός γιατί δεν σε βλέπω;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Και σου έλεγα εγώ, άσε το κινητό, θα χαλάσεις τα μάτια σου. Μανία, εσύ.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Έλεος! Θα με βγάλει και τυφλή! Αν είσαι ζωντανός, κάνε κάτι να σε δώ.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Να σου δώσω ένα φιλάκι;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Να σου λείπουν αυτά! Το χω δει στο σινεμά. Θα με φιλήσει ο αποθαμένος και θα βρυκολακιάσω κι εγώ!  Κάνε κάτι άλλο.
( Ο Αριστοφάνης ρίχνει κάτω την καρέκλα).
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Παναγία μου! Πώς έγινε αυτό; Εσείς το κάνατε (στους θεατές), εσείς το κάνατε, άτιμα πλάσματα, για να τρομάξω και να γελάτε!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Εγώ την έριξα! Αφού σου λέω, ρε ψυχή, εδώ είμαι, ο Φάνης σου είμαι.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μα πού είσαι χριστιανέ μου;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Εδώ είμαι, λέμε.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ (πάει και παίρνει τον κουμπαρά). Και άμα είσαι εδώ, για πες, πού είναι το κλειδί του κουμπαρά;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: (Βγάζει ένα κλειδί και το δείχνει πρώτα στο κοινό, μετά στη Μαριάντζελα) Νάτο!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Καλέ πούντο;
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Νάτο! Το είχα μαζί μου όπως πάντα, στη στολή του δύτη.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Έτσι κι έχεις δίκιο, την έβαψες! Μνημόσυνο δεν ξαναβλέπεις στον αιώνα τον άπαντα! Γιατί με βασανίζεις, πανάθεμά σε! Στην κόλαση θα καείς!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Δώσε μου τον κουμπαρά να τον ανοίξω! (πάει να τον πάρει)
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Παναγία μου! Ο κουμπαράς πετάει! Καλέ άστον κάτω! (Κι οι δυο τραβάνε τον κουμπαρά)
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Δικός μου είναι!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Είπες ότι έχει κάτι μέσα και για τους δυο μας! Φέρε το κλειδί! Εσύ δεν έχεις ανάγκες που βλέπεις τα ραδίκια ανάποδα!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Εγώ θα τον ανοίξω!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Έτσι, μουλάρι ήσουνα πάντα! Πώς θα τον ανοίξεις μωρέ; Εγώ έχω τον κουμπαρά κι εσύ το κλειδί!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Τότε να κάνουμε συμφωνία!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Εγώ συμφωνίες με πεθαμένους δεν κάνω!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Δεν έχεις άλλη επιλογή! Εγώ θα τον ανοίξω κι εσύ θα μου δώσεις τα μισά!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Και τι να τα κάνεις μωρέ εκεί που είσαι; Θα πηγαίνετε να τα πίνετε με τα αγγελάκια; Έλεος! Μια ζωή πλεονέκτης! Μ’ έφαγες κι ακόμα με τρως.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Πριν έλεγες πως εμένα μ’ έφαγε ο καρχαρίας! Τα μισά ή τίποτα!
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μα τι μουλάρι πήγα και παντρεύτηκα! Άντε,σύμφωνοι! Δώσε τώρα το κλειδί.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Ορίστε (δίνει το κλειδί)
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Μα πού είσαι μωρέ; (στο κοινό) Ηθικόν δίδαγμα: Μη μπλέκετε με φαντάσματα!
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ: Το άφησα πάνω στο τραπέζι.
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: (Πάει στο γραφείο, το βρίσκει…Ανοίγει τον κουμπαρά…. Ο Φάνης πάει κοντά της και κοιτάζει μέσα… σύντομη παύση). Έλεος!!!
ΦΑΝΗΣ: Επιτέλους! Εδώ είναι! Οι μπίλιες μου! Οι μπίλιες που έπαιζα όταν ήμουνα μικρός… Ο μεγάλος μου ο θησαυρός… Έλα… ρε ψυχή… Τώρα θα μου δώσεις τις μισές;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Τσακώθηκα με φάντασμα για μια χούφτα μπίλιες;;;. Έλεος! (Κάνει παύση, αφήνει τον κουμπαρά και οι μπίλιες κυλούν στο πάτωμα)
ΦΑΝΗΣ: Σιγά… θα χαθούνε…( πάει και τις μαζεύει, κάθεται σταυροπόδι κι αρχίζει να παίζει…)
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Πω, πω, μ’ έκαψες βρε Φάνη που είσαι μάγκας και αλάνι! Αχ, δεν θα είναι πλέον τρέντυ η Μαριάντζελα Λεβέντη! Μια ζωή στη μαρίδα! Μια ζωή στη μαρίδα! Έλεος!
ΦΑΝΗΣ: Έλα μωρέ… από τον καρχαρία… καλύτερα η μαρίδα… να σου πω ρε Μαριαντζελάκι…  Δεν κάθεσαι λίγο να παίξουμε παρέα;
ΜΑΡΙΑΝΤΖΕΛΑ: Εδώ που φτάσαμε… ας παίξουμε! Τι άλλο θα ζήσω, Θεέ μου!  (κάθεται κάτω και παίζει) Ε ρε γλέντι, ε ρε γλέντι… η Μαριάντζελα Λεβέντη! (παίζουνε λίγο)… μα αγάπη μου, τελείως άσχετος είσαι! Τι λύσσαξες κι εσύ μ’ αυτές τις μπίλιες; Χάθηκε να κρύψεις καμιά λίρα εκεί μέσα; Έλεος πια!
ΦΑΝΗΣ: Καλή καρδιά, ρε ψυχή! Παίξε μπίλιες με το Φάνη, πού ‘ναι μάγκας και αλάνι!

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει [κουβεντιάζοντας μ' ένα τραγούδι]

"Το χώμα βάφτηκε κόκκινο" του Βασίλη Γεωργιάδη και ο Μαρίνος Αντύπας

Τα σχολικά βιβλία χθες και σήμερα