Μαρία Βλάχου: Πέλματα στην αυλή του κόσμου




Μαρία Βλάχου, Πέλματα στην αυλή του κόσμου, Αθήνα: Κέδρος, 2018

Ο τίτλος του βιβλίου της Μαρίας Βλάχου Πέλματα στην αυλή του κόσμου, μού προκάλεσε μια κάπως παράξενη σκέψη: Ότι η δημιουργία ενός ποιήματος πραγματικά μοιάζει με το να περπατάς ξυπόλητος σε μια αυλή με κήπο, ότι ανάμεσα στα πέλματά σου και το χώμα δεν υπάρχει καμιά διαμεσολάβηση. Από την άλλη, όταν προσπαθείς να αναλύσεις ένα ποίημα ή μια ποιητική συλλογή, αυτό που κάνεις είναι να φοράς παπούτσια στα γυμνά πόδια, τα παπούτσια της φιλολογίας. Μα έτσι χάνεται αυτή η αδιαμεσολάβητη επαφή με το σαλίντζο (όπως λέγαμε στην Κεφαλονιά το μωσαϊκό από πολλά γουλιά στις γουλόστρωτες αυλές), με το σκαμμένο χώμα, ακόμα και με τα πρώτα βρεγμένα χορτάρια που φυτρώνουν το φθινόπωρο. Γι’ αυτό αποφάσισα να σας μιλήσω για τις στιγμές που η ποιητική φωνή της Μαρίας σηκώνεται στις μύτες των ποδιών της και βλέπει έξω από την αυλή της, προσπαθώντας να κατανοήσει τους παράξενους ήχους του κόσμου γύρω της.

Στ’ αυτιά έρχονται ήχοι από σειρήνες. Σειρήνες πολεμικές και Σειρήνες που με το φοβερό τραγούδι τους προσπαθούν να σε παρασύρουν από το κατάρτι της ισορροπίας σου, εκεί που προσπαθείς να συγκρατηθείς για να σώσεις την αυλή της ψυχής σου. Εκείνη την αυλή που είναι το καταφύγιό σου, που απειλείται από τους ακατανόητους ήχους, τις φοβερές λάμψεις, την ένταση που παραλύει τη σκέψη, που ανατρέπει τη λογική. Αν για τον καθένα μας η αυλή του είναι η ψυχή του, ο τόπος όπου είτε αγκαλιάζει είτε έρχεται αντιμέτωπος με τα συναισθήματά του, υπάρχουν κι άλλες αυλές που είναι μαντρωμένες με συρματοπλέγματα. Σύγχρονα στρατόπεδα συγκέντρωσης, όπου οι έγκλειστοι άνθρωποι έχουν στερηθεί το παρελθόν τους και προσπαθούν μέσα από τα συρμάτινα σύνορα να αγγίξουν το μέλλον τους. Που έχουν για κρεβάτι τους στη λάσπη, που έχουν δει στον κόσμο τους να βρέχει χώμα και μπαρούτι. Ποιος θα τους ξαναδώσει πίσω τη δικιά τους αυλή, τη δικιά τους ψυχή;

Σειρήνες με στόματα
Οι ουρανοί έσταζαν ολούθε βαριά σκοτάδια
τα χώματα του κόσμου πιο μαύρα από ποτέ,
πύκνωσαν τη λάσπη πέραν της απελπισίας
Τα κουδούνια ηχούν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης
Πριν προλάβεις να τ΄ ακούσεις ερμητικά σωπαίνουν
Ξερίζωσαν με τα δόντια τις δαγκωμένες σάρκες τους
Ξεψύχησαν γαντζωμένα στητά
Στα σύρματα που έπλεξαν φωνές βοώντων
-νεκραναστήθηκαν
Νέος βρώμικος πόλεμος αρχινά
Οι σειρήνες ξεστομίζουν φρέσκο θάνατο
Αυθαδιάζουν όσες εγείρουν ψευδαισθήσεις ευτυχίας
Τα στιλπνά όνειρα δεν χωράνε εκεί μέσα
Ο κόσμος βρίθει νέων δεινών.

Όσο κι αν θέλουμε να κρατήσουμε την αυλή της ψυχής μας προστατευμένη από τους ήχους του έξω κόσμου, για να μπορέσουμε απρόσκοπτα να αναμετρηθούμε με τις φωνές, τις μνήμες και τις ελπίδες εντός μας, είναι άπειρες οι φορές που ο ίδιος ο κόσμος φέρνει την ένταση σαν παγιδευμένο φάκελο που εκρήγνυται στα χέρια μας. Μια είδηση από τον έξω κόσμο εκρήγνυται στα χέρια μας σαν παγιδευμένος φάκελος. Μοιάζει μια τόσο προσωπική στιγμή, η στιγμή που σαν μικρό παιδί ξετυλίγεις με αδημονία ένα φάκελο, προσδοκώντας να αγγίξεις, να αποκαλύψεις, να ενθουσιαστείς ή να απογοητευτείς με το περιεχόμενό του. Κι εκείνη τη στιγμή, κι ας φυλάνε έξω από την πόρτα σου οι φρουροί, κι ας νομίζεις ότι τίποτα δεν μπορεί να σε βλάψει στην ασφάλεια της ιδιωτικότητάς σου, ο φάκελος σκάει μέσα στα χέρια σου, μεταφέρει στην αυλή της ψυχής του το δικό του, αμείλικτο ωστικό κύμα, διαψεύδοντας τη λαχτάρα σου και αντικαθιστώντας την με αιφνίδιο τρόμο. Να πως ένα γεγονός του πραγματικού κόσμου ντύνεται το μανδύα του ποιήματος για να καταθέσει την αγωνία του ανθρώπου απέναντι στην αδυναμία του να προστατευτεί από τις εκρήξεις που συμβαίνουν έξω από το προστατευμένο του περιβάλλον.

Έκρηξη
Καμουφλαρισμένος φάκελος
εκρήγνυται
σύννεφα καπνού σκάνε στο πρόσωπο
σκεπάζουν τον αμφιβληστροειδή
δηλητηριώδης τρόμος
σφηνώνεται στις αρτηρίες
διαπερνά με μίσος λυσσασμένο
απ’ άκρη σε άκρη την ανθρώπινη γραμμή
κάνοντας τον γύρο του θριάμβου
τα αίματα πετάγονται μουντζούρα στο γυαλί
φτάνει στο σώμα
ξεψυχά στα χείλη βοή.

τρόμος εποχής
στο μεταίχμιο ζωής-θανάτου

Αυτός ο στιγμιαίος τρόμος, όπως αποτυπώνεται στις λέξεις της Μαρίας Βλάχου διασπά τον πυρήνα της ανθρώπινης ύπαρξης, δεν εισβάλλει πια στην αυλή του κόσμου αποκλειστικά με τον βίαιο, απότομο τρόπο της φωτιάς και του τσεκουριού, των εισβολέων που κατέστρεφαν με βαρβαρότητα ό,τι πιο όμορφο είχε χτίσει για μια ζωή ο άνθρωπος στην αυλή του σπιτιού και της ψυχής του. Έρχεται και μέσα από μεγάλες, μικρές και μικρότερες οθόνες, τις οποίες στα παιδικά μας χρόνια ονομάζαμε «παράθυρα στον κόσμο». Μα, ποιος ξέρει, αν είναι τα δικά μας παράθυρα προς τον κόσμο, ή τα ανοιχτά παράθυρα απ’ όπου η βροχή και το χαλάζι του κόσμου λεκιάζουν την ασφάλεια της αυλής μας. Γεγονότα, πραγματικότητες επιλεκτικά κατασκευασμένες, τεχνητό χαλάζι, σκόνη και λάσπη, σαν δυνατός νότιος άνεμος ξεπηδούν από το στόμα ενός καλοντυμένου παρουσιαστή ειδήσεων, που παριστάνει τον αγγελιοφόρο τραγωδιών ντυμένων με κομμένα στη μηχανή του μοντάζ καλοσιδερωμένα κομμάτια της πραγματικότητας που μπορούν (και φιλοδοξούν) να σε κάνουν να βλέπεις με τα τεχνητά σου μάτια. Εσύ, αδιάφορος μέσα σε μια λιμνάζουσα και παραιτημένη ανία, «καταπίνεις» αυτή την επίφαση αλήθειας για να μην σε πνίξει η κολλώδης υφή της.

Δελτίο ειδήσεων
Το σάλιο κόλλησε
στην άκρη του χείλους σαν απόστημα
μια τσίχλα περιφέρεται ξεδιάντροπη
στις οξείες άκρες των δοντιών
ο παρουσιαστής του δελτίου ειδήσεων
αποφάσισε να πει μια αλήθεια
σενιάροντας τη μεταξωτή γραβάτα·
σκανάρω την είδηση χωρίς παρερμηνεία
τα παιδιά σφάζονται από δυστυχία στις αυλές
η τσίχλα φράκαρε στον λαιμό
την καταπίνω.

Ποτέ άλλοτε οι σκληρές εικόνες της πραγματικότητας δεν μπορούσαν να εισβάλουν μέσα στην αυλή μας. Ο πόλεμος πια δεν γίνεται κάπου εκεί έξω, αλλά μέσα στην αυλή μας, μέσα μας. Και ο μέσα μας λαβύρινθος αδυνατεί να τον διαχειριστεί. Γιατί η υψηλή ευκρίνεια των εικόνων μοιάζει τόσο δυσδιάκριτη από ένα πυκνό, λεπτοδουλεμένο πέπλο. Μέσα στο σπίτι μας και μέσα μας υπάρχει πια ένας γοητευτικά πολύπλοκος ιστός αράχνης, σαν κι εκείνους που από παιδιά καμαρώναμε για την τέχνη που είχαν δουλευτεί και τις σταγόνες της βροχής που κολλούσαν πάνω στις λεπτές του ίνες. Μα αυτή η ομορφιά λάβαινε τέλος μόλις πάνω στον ιστό βλέπαμε να εμφανίζεται η αράχνη. Εκείνη τη στιγμή η ομορφιά χανόταν και εμείς τρέχαμε μακριά από φόβο. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα στον άλλο εκείνο ιστό που έχει γεμίσει τους τοίχους της αυλής και τις γωνίες της ψυχής μας. Ο Παγκόσμιος φοβικός ιστός του διαδικτύου, ο οποίος φέρνει όλον τον κόσμο μέσα στην αυλή μας, με κίνδυνο να πνιγούμε ανάμεσα στις δισεκατομμύρια κυψελίδες του. Τα ίχνη από τα πέλματά μας πάνω στο χώμα της αυλής μας χάνονται μέσα στους ιστούς, τα πόδια μας μπερδεύονται, εμείς δεν μπορούμε να τα δούμε, μα όλοι οι άλλοι βλέπουν τα ψηφιακά μας ίχνη, όλα όσα οικειοθελώς και μη αποκαλύπτουμε. Είναι πνιγηρό να βλέπουν τόσα πολλά οι άλλοι για σένα κι εσύ να μην μπορείς να κοιτάξεις ελεύθερα μέσα στην ψυχή σου, να ζεις με τα μάτια των άλλων. Η επιθυμία να σκίσεις αυτή την εφιαλτική και γεμάτη αράχνες κουρτίνα είναι τρομακτική, μα εξίσου τρομακτικό είναι και αυτό που δεν ξέρεις ότι θα εμφανιστεί μπροστά σου, ως απομεινάρι του εαυτού σου απ’ ό,τι κατασπάραξαν οι αράχνες του ιστού.

Παγκόσμιος φοβικός ιστός
-εν έτει 2017-
Τώρα ζω μόνο από φόβο
περιδεής περιηγητής του κόσμου
με παρατηρώ:
ξεπουλώ και ξεπουλιέμαι
κατασπαράζω για να σωθώ
απ’ τους βρυκόλακες
που ξεφυτρώνουν στις οθόνες
λήμματα μηχανών αναζήτησης.

Καιρός να ζήσω εκτός χναριών
να σχίσω τον πολύπλοκο ιστό του κόσμου
να φτύσω στα μούτρα τους φόβους
να μετοικήσω σ’ εκείνη τη δική μου αυλή
τα ίχνη εκείνης της μνήμης
επιθυμώ να με καθορίζουν.

Είναι δύσκολη δουλειά να πετάξεις από πάνω σου όλα εκείνα τα καλοκεντημένα κομμάτια του τυφλού και εκτυφλωτικού ιστού και να τρέξεις, να διεκδικήσεις τη δική σου αυλή. Γιατί δεν βλέπεις τα κοφτερά χαλίκια που θα πρέπει να πατήσεις τρέχοντας προς την πόρτα της αυλής σου, της αυλής των αναμνήσεων, των ελπίδων και των θαυμάτων. Εκεί που τα χαλίκια θα γίνουνε στρογγυλά, λεία γουλιά, εκεί που η σκόνη και η λάσπη θα γίνουν καρπερό χώμα. Εύχομαι σε όλους μας να βρούμε τη δύναμη να περπατήσουμε, έστω στα τυφλά, έστω με ματωμένα τα πόδια μας από τα χαλίκια, προς τη μισάνοιχτη πόρτα της αυλής μας. Μισάνοιχτη, όχι μισόκλειστη. Γιατί πίσω απ’ αυτήν την πόρτα κρύβεται ο κήπος της ψυχής μας. Σας ευχαριστώ



Ηλίας Τουμασάτος
Παρουσίαση του βιβλίου της Μαρίας Βλάχου «Πέλματα στην αυλή του κόσμου»
Αργοστόλι, καφέ Κ63
Σάββατο 9-6-2018

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει [κουβεντιάζοντας μ' ένα τραγούδι]

"Το χώμα βάφτηκε κόκκινο" του Βασίλη Γεωργιάδη και ο Μαρίνος Αντύπας

Τα σχολικά βιβλία χθες και σήμερα