Ο δάσκαλος-παραμυθάς και μερικές ιδέες για τη διδακτική πράξη



Είμαι πλέον πεπεισμένος ότι τα παραμύθια γεννιούνται στα όνειρά μας. Όπως και τα όνειρά μας, τα παραμύθια δεν έχουν αυτή την ειδυλλιακή, «πολιτικώς ορθή» εικόνα που τους δίνουμε σήμερα. Ο κόσμος τους δεν είναι ένας κόσμος γεμάτος χρώματα και χαρά, αλλά ένας κόσμος με πολύ σκοτάδι, φόβο, απόκοσμες μορφές, μαγικές λύσεις, και μεγάλη περιπέτεια.
Τα παραμύθια έχουν κι αυτά έλεο και φόβο, κι εκεί σαν παιδιά βαφτιζόμαστε για να συνειδητοποιήσουμε το δισυπόστατο του πραγματικού μας κόσμου, όπου συνυπάρχουν το καλό και το κακό. Η νύχτα και η μέρα. Η άγρια φύση και η φύση-γενέτειρα της ζωής, το χειροπιαστό και το υπερβατικό, η ευτυχία και ο τρόμος, τα πλάσματα που σε προστατεύουν και εκείνα που σε απειλούν.

Επομένως σκέφτομαι ότι ένα από τα πιο συχνά όνειρα που βλέπω είναι ένα παραμύθι γεννημένο μέσα στο όνειρο. Θα σας το εξομολογηθώ. Είμαι πάντα σε κάποιο σχολείο, συνήθως σ’ ένα μεγάλο, δαιδαλώδες κτήριο. Κάπου μακριά χτυπάει ένα κουδούνι και πρέπει να μπω στην τάξη. Αλλά, είτε δεν βρίσκω τα βιβλία μου είτε δεν βρίσκω την τάξη. Αρχίζω να τρέχω, να ανεβαίνω σκάλες, να διαβαίνω μεγάλους, μακρινούς διαδρόμους, ακόμα και να σκαρφαλώνω ή να κατεβαίνω μπαλκόνια, και, αν τύχει και δω ότι είμαι έξω και πολύ μακριά από το κτήριο, μπορεί και να πετάξω για να βρεθώ στην τάξη μου.

 Σκεπτόμενος πάνω σ’ αυτό το διαρκώς επαναλαμβανόμενο όνειρο, έχω καταλήξει ότι δεν πρόκειται για την απεικόνιση του συνηθισμένου άγχους του δασκάλου να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις του. Κι αυτό γιατί όταν ξυπνάω δεν θυμάμαι αν τελικά πρόλαβα ποτέ να φτάσω στην τάξη, ούτε θυμάμαι τι μάθημα δίδαξα. Επομένως, σε μια δική μου αυθαίρετη ερμηνεία, αυτό το όνειρο απεικονίζει τη διαρκή αγωνία του δασκάλου να προλάβει το καινούριο που βρίσκεται ολοένα και πιο μπροστά του, το καινούριο που τρέχει ενώ εκείνος είναι από τη φύση του και την ηλικία του πιο αργό. Η αγωνία του δασκάλου είναι να συναντηθεί με το καινούριο και να του δώσει μια σκυτάλη. Αλλά σ’ αυτή τη σκυταλοδρομία το καινούριο δεν περιμένει. Το καινούριο τρέχει κι εκείνο, κι άντε να προλάβεις.

Αυτό το καινούριο για τα παιδιά μας δεν είναι ένας «θαυμαστός καινούριος κόσμος». Είναι ένας κόσμος που γίνεται ολοένα και σκληρότερος, σαν τον κόσμο των παλιών παραμυθιών, όπου οι δράκοι, τα δηλητήρια, οι μάγισσες, το κακό εν γένει, βρίσκονται όλο και πιο κοντά στα παιδιά και στους νέους. Και η απόσταση που χωρίζει τις γενιές διευρύνεται, και δημιουργείται σε ολοένα και μικρότερο χρόνο. Έτσι τα παιδιά γίνονται πρωταγωνιστές ενός άγριου παραμυθιού, έχουν γίνει ήρωες σε μια εφιαλτική παραμυθοχώρα, εκείνη που τους παραδίδουμε.

Και ο δάσκαλος τρέχει να προλάβει. Όχι για να γίνει η καλή νεράιδα, αλλά για να τους δώσει ένα μαγικό ραβδί. Όχι για να τους κάνει υπερανθρώπους, αλλά για να τους δώσει την ελευθερία να χρησιμοποιήσουν το μαγικό ραβδί για να τελειώσει καλά το δικό τους παραμύθι.

Όσο περνούν τα χρόνια που είμαι στην εκπαίδευση, και είναι ακόμα λίγα, και καθώς διδάσκω σε παιδιά που είναι έφηβοι και πλέον έχουν καταργήσει την εικόνα του δασκάλου που είναι αυθεντία, συνειδητοποιώ την αδυναμία μου να γίνω ο ίδιος παραμυθάς. Αν ο δάσκαλος στο νηπιαγωγείο και στο δημοτικό έχει να κερδίσει με το παραμύθι παιδικές καρδιές, ο δάσκαλος στη δευτεροβάθμια έχει απέναντί του μάτια που κοιτάζουν πέρα απ’ αυτόν και αυτιά που ακούν περισσότερο τη δική τους φωνή από τη φωνή του δασκάλου.

Αποφάσισα λοιπόν να πάψω να είμαι εγώ παραμυθάς, και να ακούω εγώ τις ιστορίες των εφήβων παραμυθάδων. Κι επειδή διδάσκω μαθήματα κοινωνικών επιστημών, που για πολλούς είναι πιο άχαρα και απρόσφορα να χωρέσουν το παραμύθι, αποφάσισα να τους κάνω πρωταγωνιστές σε παραμύθια που δείχνουν την αλήθεια του πραγματικού κόσμου, της κοινωνίας μας όπως είναι και όχι όπως θα ήθελα, θα θέλαμε ή θα ήθελαν να είναι. Πώς θα κατανοήσουμε τα κοινωνικά φαινόμενα αν δεν τα αισθανθούμε; Πώς θα κατανοήσουμε το Δίκαιο, την Οικονομία, την Κοινωνιολογία, ακόμα και την Ιστορία με διαφορετικό τρόπο; Αποφάσισα λοιπόν, όσο γίνεται, να εφαρμόζω την τεχνική της ενσυναίσθησης. Για να καταλάβεις τον άλλον, βάλε τον εαυτό του στη θέση του. Ή, όπως θα έλεγαν οι σοφοί ινδιάνοι που δεν είχαν μελετήσει και πολλές παιδαγωγικές θεωρίες, περπάτησε ένα φεγγάρι με τα μοκασίνια του.

Πώς θα γίνει αυτό; Αφενός, μέσα στην τάξη, με φύλλα εργασίας και συζητήσεις, ακόμα και μικρούς αυτοσχεδιασμούς να βάζω τα παιδιά να μπαίνουν στη θέση κάποιου άλλου. Και αφετέρου, μέσα από «μικρής κλίμακας» θεατρικά κείμενα, να μπαίνουν στη θέση των πρωταγωνιστών της κοινωνίας ή της ιστορίας και να γίνονται οι ίδιοι παραμυθάδες της πραγματικής ζωής.

Δεν σημαίνει ότι όλα δουλεύουν πάντα, και πολλές φορές γυρίζω από το σχολείο απογοητευμένος, σαν να μην κατάφερα να σώσω την Κοκκινοσκουφίτσα κι ο κακός λύκος να την έφαγε, μαζί με μένα. Ωστόσο, πάντα υπάρχει το επόμενο παραμύθι για να προσπαθήσω να πάρω το αίμα μου πίσω: Ας δούμε μερικά παραδείγματα:

1. Ενσυναίσθηση μέσα από φύλλα εργασίας

(α) Ένα φύλλο εργασίας για τη Φεουδαρχία, στο μάθημα «Βασικές Αρχές Κοινωνικών Επιστημών». Είσαι ένας έφηβος που ζει σ’ ένα φέουδο. Έχουμε μιλήσει για τη φεουδαρχία, έχεις κάποιες εικόνες, το βιβλίο σου, ένα κείμενο που σου δίνω, και πες μου:
Πώς νιώθεις όταν γυρίζεις από το χωράφι στο τέλος της μέρας;
Τι είναι αυτό που δυσκολεύει περισσότερο τη ζωή σου;
Πώς σκέφτεσαι το μέλλον σου;
Σκέφτηκες ποτέ να φύγεις από το φέουδο; Τι σε κρατάει εκεί;
Θα ήθελες να ζεις στο παλάτι του φεουδάρχη, έστω και ως υπηρέτης; Γιατί;
Πώς σου φέρονται τα παιδιά του φεουδάρχη; Θα ήθελες να γίνεις φίλος τους;
Αν είχες μία ευχή… τι θα ευχόσουν για σένα και την οικογένειά σου;

(β) Ένα φύλλο εργασίας με τίτλο «Η δική μου Ουτοπία» στο μάθημα της Πολιτικής Παιδείας Α’ Λυκείου (στο κεφάλαιο για τη σχέση του πολίτη με την πόλη και την πολιτική).  Μιλάμε για την έννοια της ουτοπίας, για το βιβλίο του Τόμας Μορ, σου δίνω ένα απόσπασμα από το κείμενό του και σου ζητάω να μου μιλήσεις για τη δική σου ουτοπία. Σε βοηθάω, κάνοντάς σου κάποιες ερωτήσεις: Πες μου λοιπόν:
Πώς είναι χτισμένη; Τι κτίρια περιλαμβάνει; Τι είδους δημόσιοι χώροι υπάρχουν;
Ποια βασικά δικαιώματα έχουν οι κάτοικοι της Ουτοπίας σας;
Ποιες βασικές υποχρεώσεις έχουν οι κάτοικοι της Ουτοπίας σας;
Ποιος κυβερνά  την Ουτοπία σας και πώς παίρνει την εξουσία;
Πώς εκπαιδεύονται οι άνθρωποι στην Ουτοπία σας; Υπάρχουν σχολεία ή κάτι άλλο;
Πώς μπορούν οι κάτοικοι της Ουτοπίας σας να ψυχαγωγηθούν και να περνούν όμορφα;
Πώς βρίσκουν οι κάτοικοι της Ουτοπίας σας αγαθά για να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους; Π.χ. εργάζονται, τα παράγουν μόνοι τους, τα μοιράζονται κλπ.
Γράψτε τρεις βασικούς κανόνες που ισχύουν στην Ουτοπία σας για να κάνουν καλύτερη τη ζωή των ανθρώπων.

(γ) Αυτό το φύλλο εργασίας το χρησιμοποιήσαμε με τη συνάδελφο κ. Βασιλική Λάμπρη όταν με κάλεσαν στο Τρίτο Γυμνάσιο Αργοστολίου για να μιλήσουμε για το βιβλίο μου «Ο μικρός μάγος», με μαθητές της Τρίτης Γυμνασίου. Βρήκα πολύ όμορφη την ιδέα να κάνουμε τα παιδιά να νιώσουν μάγοι. Στην πρώτη σελίδα του φύλλου εργασίας έπρεπε τα παιδιά να φανταστούν ότι έχουν ένα μαγικό ραβδί και να πούν τι θα ήθελαν να αλλάξουν στον εαυτό τους, στην παρέα τους, στο σχολείο τους, στην πόλη τους, στη χώρα τους. Στην επόμενη σελίδα τα παιδιά απαντούν τι μπορούν να κάνουν για να βοηθήσουν να γίνουν καλύτερα όλα τα παραπάνω.

(δ) Στο επόμενο φύλλο εργασίας (στο μάθημα της Πολιτικής Παιδείας και πάλι) ο μαθητής-παραμυθάς γίνεται άστεγος που ζει στο κέντρο της Αθήνας, και το παραμύθι του είναι να μας περιγράψει μια μέρα από τη ζωή του. Το φύλλο τον υποβοηθά να σκεφτεί κάποιες παραμέτρους της ζωής του, μιλώντας πάντα σε πρώτο πρόσωπο.
Πώς βρέθηκα να μένω στους δρόμους;
Πώς ήταν η ζωή μου πριν βρεθώ στο δρόμο;
Πώς κοιμάμαι τα βράδια;
Τι θα φάω σήμερα;
Τι κάνω για να μπορέσω να ζήσω;
Πώς νιώθω απέναντι στους άλλους ανθρώπους που περνούν καθημερινά από μπροστά μου;
Τι σκέφτομαι για το μέλλον μου;
Τι θα ζητούσα από το κράτος;

(ε) Σε μια άλλη περίπτωση, όταν γίνεται λόγος για την μεταβιομηχανική κοινωνία της Υψηλής Τεχνολογίας, ο παραμυθάς συναντά έναν ταξιδιώτη του χρόνου. Να το  θέμα του: Συναντάτε ένα παιδί που ζούσε τον 19ο αιώνα και δεν έχει δει ποτέ του τηλέφωνο. Ο μόνος τρόπος επικοινωνίας που γνωρίζει είναι η λεκτική επικοινωνία. Προσπαθήστε να του εξηγήσετε τι είναι αυτή η συσκευή, πώς λειτουργεί και σε τι εξυπηρετεί τον άνθρωπο.

(στ) Ο παραμυθάς στο επόμενο παράδειγμα φύλλου εργασίας, που αναφέρεται στο προσφυγικό ζήτημα, καλείται να «μεταμορφωθεί» σε δύο ήρωες. Ο πρώτος είναι ένα παιδί που ζει κοντά σ’ ένα «Κέντρο Φιλοξενίας» Προσφύγων, και πρέπει να μας πει σε πρώτο πρόσωπο, πώς βλέπει τα παιδιά των προσφύγων. Ο δεύτερος ήρωας είναι ένα προσφυγόπουλο το οποίο ζει σ’ ένα τέτοιο κέντρο φιλοξενίας και πρέπει να μας πει σε πρώτο πρόσωπο πώς βλέπει τα άλλα παιδιά. Κι εδώ… πάλι ο δάσκαλος είναι περίεργος και κάνει ερωτήσεις. Τις ίδιες και στους δύο ήρωες, μόνο που οι ερωτήσεις προς τον έναν αφορούν στον άλλον:
Τι σκέφτομαι για τους ανθρώπους και τα παιδιά που ζουν στον προσφυγικό καταυλισμό;
Υπάρχει κάτι που με ανησυχεί ή με φοβίζει για τους ανθρώπους που είναι στον καταυλισμό;
Θα μπορούσα να συνυπάρξω για καιρό με τους ανθρώπους αυτούς ή θα ήθελα να φύγουν τώρα ή κάποια στιγμή;
Τί θα έλεγα σ’ ένα συνομήλικό μου πρόσφυγα που ζει στον καταυλισμό;
Οι αντίστοιχες ερωτήσεις στον μικρό πρόσφυγα που ξαφνικά βρέθηκε ξεριζωμένος σε έναν ξένο τόπο:
Τι σκέφτομαι για τους ανθρώπους και τα παιδιά που ζουν στην κοντινή πόλη;
Υπάρχει κάτι που με ανησυχεί ή με φοβίζει για τους ανθρώπους που είναι στην πόλη;
Θα μπορούσα να συνυπάρξω για καιρό με τους ανθρώπους αυτούς ή θα ήθελα να φύγω τώρα ή κάποια στιγμή;
Τί θα έλεγα σ’ ένα συνομήλικό μου παιδί που ζει στην πόλη;
Το φύλλο εργασίας χρησίμεψε και ως προπαρασκευαστικό υλικό για επίσκεψη που πραγματοποίησε η συνάδελφος Αναστασία Μουντάκη με μαθητές της τάξης αυτής σε σχολείο όπου φιλοξενούνται πρόσφυγες στο νομό Ηλείας.

(ζ) Μια ομαδική τέτοια δραστηριότητα, ήταν να φτιάξουν οι μαθητές το δικό τους κατάστημα, στο μάθημα της Οικονομίας: Εδώ πάλι ο περίεργος δάσκαλος βάζει ερωτήσεις, πολλές ερωτήσεις, που ξεκινούν από τους στόχους, από το πού θα βρει τους πόρους, τι προϊόντα ή υπηρεσίες θα παράγουν τι θα ξεχωρίζει την επιχείρησή τους από τις άλλες, αλλά και να φτιάξουν και έναν διακριτικό τίτλο για την επιχείρηση, ένα έμβλημα-σήμα και ένα διαφημιστικό σλόγκαν. Πρέπει να μοιραστώ μαζί σας την κορυφαία απ’ αυτές τις προσπάθειες. Μια ομάδα από παιδιά, τα περισσότερα από τα οποία πήγαιναν στο τοπικό κατηχητικό, δημιούργησαν ένα γραφείο τελετών με τίτλο «Πάπαλα». Ο τρόπος με τον οποίο περιέγραφαν τις εργασίες του γραφείου ήταν ουσιαστικός αλλά και ξεκαρδιστικός. Και η ψυχή του χιούμορ αυτής της εργασίας ήταν ένας πιτσιρίκος που είχε χάσει τον πατέρα του.

(η) Ακόμα και στις εξετάσεις της Γ΄ Λυκείου στο μάθημα της Κοινωνιολογίας τέθηκαν πολλές φορές θέματα που καλούσαν τους μαθητές να γίνουν παραμυθάδες. Υποθετικές περιπτώσεις όπου τα παιδιά, εφαρμόζοντας τις θεωρητικές τους γνώσεις  γίνονται ψυχολόγοι ή κοινωνικοί λειτουργοί, δηλαδή καλές νεράιδες που δίνουν συμβουλές: Ένα τέτοιο θέμα είχε ως εξής: Δόθηκε ένα κείμενο που αφορούσε τα παιδιά που έχουν αποκτηθεί από δότη σπέρματος, με βάση την ιστορία ενός παιδιού του Ιάσονα, που γεννήθηκε με δότη σπέρματος. Αφού ζητήθηκε να σχολιαστούν οι απόψεις για τα προβλήματα που αναφύονται σε αυτές τις περιπτώσεις, τα παιδιά χρειάστηκε να ταξιδέψει στο μέλλον. Είσαι ψυχολόγος και ο Ιάσονας έχει γίνει 18 χρόνων και έρχεται στο γραφείο σου για να σε συμβουλευτεί αν πρέπει να αναζητήσει και να συναντήσει τον πατέρα του.

Αυτές οι ιστορίες είναι χρήσιμο να διαβάζονται στην τάξη, από το δάσκαλο, χωρίς να αποκαλύπτεται η ταυτότητα του συγγραφέα. Αυτό πρέπει να ξεκαθαρίζεται από πριν ώστε τα παιδιά να αισθάνονται μεγαλύτερη ευχέρεια να εκφραστούν. Δεν είναι λίγες οι φορές που τα παιδιά σημειώνουν στο φύλλο εργασίας «παρακαλώ μην το διαβάσετε στην τάξη». Είναι μια μικρή συνωμοσία ανάμεσα στον δάσκαλο και τον παραμυθά, την οποία τηρώ ευλαβικά.

2. Θεατρικοί αυτοσχεδιασμοί και μικρά στοχευμένα έργα


Η θεατρική πράξη είναι  ιδιαίτερα πρόσφορη για να ζωντανέψει το παραμύθι, ιδιαίτερα όταν η «συνθήκη» που δίνεται από το δάσκαλο αφήνει περιθώρια στο μαθητή να δράσει και να εκφραστεί ελεύθερα. Τρία τέτοια παραδείγματα, μέσα από τη σχολική τάξη:

(α) Τα παιδιά συμμετέχουν σε δίκη, όπου ο κατηγορούμενος έχει μηνυθεί επειδή η κατσίκα του μπήκε στον ανθόκηπο του γείτονα και έφαγε όλα τα λουλούδια.  Δικαστης, εισαγγελείς, συνήγοροι, μάρτυρες αφέθηκαν να ενεργήσουν ελεύθερα, αφού περιγράφηκε η διαδικασία. Το αποτέλεσμα ήταν απόλυτη καταστροφή, μια και δημιουργήθηκε απίστευτη χάβρα, αλλά κι αυτό ακόμα είχε το παιδαγωγικό του αποτέλεσμα. Τα παιδιά είδαν πόσο κακό μπορεί να κάνει σε μια διαδικασία η μη τήρησή της.

(β) Στο μάθημα του κοινωνικού ελέγχου, η συνθήκη είναι: Ο γονιός ζήτησε από το παιδί να γυρίσει νωρίς και το παιδί γυρίζει αργότερα από τη συμφωνημένη ώρα. Τα παιδιά απόλαυσαν αυτή τη συζήτηση και η τάξη έπεσε κάτω από τα γέλια όταν η μητέρα φώναξε  τον πατέρα να έρθει και ξαφνικά άνοιξε η πόρτα της τάξης και μπήκε ένας μαθητής που επέστρεφε από την τουαλέτα, ένας ιδιαίτερος από μηχανής θεός.

(γ) Ακόμη και στην Τρίτη λυκείου, στο μάθημα της Ιστορίας Κοινωνικών Επιστημών, το «Εκείνο» το «Εγώ» και το «Υπερεγώ» έγιναν ένα ζωντανό παραμύθι. Τα παιδιά έπαιξαν διαδοχικά σε μια ιστορία τριών ρόλων. Το άτομο (το Εγώ) που βρίσκεται σε δίλημμα, το αγγελάκι (το Υπερεγώ, που εκπροσωπεί τους κανόνες), και το διαβολάκι (το Εκείνο, τα απώτερα ένστικτα). Το διαβολάκι πολλές φορές παίχτηκε από τους ήσυχους μαθητές της τάξης, ενώ το αγγελάκι από τα ζιζάνια.

Δεν μπορώ να εγγυηθώ ότι όλα αυτά τα τεχνάσματα θα επιτύχουν, καθώς είναι γεγονός ότι πολλά δεν έχουν επιτύχει. Αλλά ακόμη και η αποτυχία, που κάνει και τον δάσκαλο να νιώθει λίγο αποτυχημένος, είναι γνώση. Και για το μαθητή και για το δάσκαλο. Δεν είναι λίγα τα παραμύθια που το τέλος τους δεν είναι χαρούμενο, τουναντίον, κάτι χάνεται και κάποιοι μπορούν να λυπηθούν και τον καημένο τον λύκο που την πάτησε και από την Κοκκινοσκουφίτσα και από τα Τρία Γουρουνάκια και από τα Εφτά κατσικάκια. Έπρεπε να έρθουν τα Τρία Μικρά Λυκάκια του Ευγένιου Τριβιζά για να δικαιωθεί ο ταλαίπωρος ο λύκος.

Θα ήθελα, τελειώνοντας, ότι δεν είναι απαραίτητο να έχουν διδακτικό χαρακτήρα τα παραμύθια που γράφουν τα παιδιά, ούτε βέβαια τα παραμύθια που τους γράφουμε εμείς, αν και ομολογώ ότι στα παραμύθια που ο ίδιος γράφω δεν έχω αποφύγει τον διδακτισμό, ενώ μου είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποφύγω το happy end. Δεν χρειάζεται να υπάρχει happy end στα παραμύθια που φτιάχνουμε μαζί με τα παιδιά μας, για τον απλούστατο λόγο ότι στα παραμύθια δεν υπάρχει end, δεν υπάρχει τέλος.

Τα παραμύθια είναι μια προβολή στο όνειρο του κόσμου που ζούμε. Αυτού του κόσμου, που είναι, όπως είναι, και όχι όπως θα θέλαμε να είναι. Αν ένας δάσκαλος μεταχειρίζεται το παραμύθι  ως καθρέφτη του κόσμου, ο καθρέφτης αυτός δεν πρέπει να είναι παραμορφωτικός. Πρέπει να μπορεί να διαπερνά την επιφάνεια, και να δείχνει, με τα υλικά του ονείρου, τη βαθύτερη ουσία των πραγμάτων.

Ηλίας Τουμασάτος
Ομιλία στην εκδήλωση του Λυκείου Ελληνίδων για το παραμύθι
Κοργιαλένειος Βιβλιοθήκη, Δευτέρα 27  Νοεμβρίου 2017

Πηγή εικόνας:
https://img00.deviantart.net/55a8/i/2013/338/9/a/fairytale_dreaming_by_ravenmaddartwork-d6wp9p6.jpg

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Η καρδιά πονάει όταν ψηλώνει [κουβεντιάζοντας μ' ένα τραγούδι]

"Το χώμα βάφτηκε κόκκινο" του Βασίλη Γεωργιάδη και ο Μαρίνος Αντύπας

Τα σχολικά βιβλία χθες και σήμερα